Η φίλη μου η Σοφία γεννήθηκε σε μια κλασική ελληνική κωμόπολη.
Η μητέρα της είναι ιδιοκτήτρια της πιο in καφετέριας στην περιοχή, μαγαζί-γωνία, μαγαζί-μπαρ, μαγαζί-καγκουρόμπαρο (καλύτερα), ποιος ισχυρίζεται πως το Μπουρνάζι έχει τις χειρότερες επιλογές;
Ο πατέρας της δάσκαλος στο τοπικό δημοτικό, πασόκος μέχρι το κόκκαλο, φανατικός υποστηρικτής της Δαμανάκη και του "Εδώ Πολυτεχνείο", κάθε φορά δάκρυζε στη σχολική εορτή της 17 Νοέμβρη και εμείς τον κοροϊδεύαμε γιατί ήμασταν μαλακισμένα. Καλός ανθρωπάκος παρόλο ταύτα, με συμπαθούσε πολύ, άσχετα αν τώρα πλέον αλλάζω πεζοδρόμιο όταν τον συναντώ. Δεν ξέρω για ποιο λόγο, απ' την άλλη ο σνομπισμός και τα κόμπλεξ πάνε μαζί και δεν χρειάζονται αιτιολόγηση.
Από γνωστή οικογένεια κατάγεται, με μεγάλη προίκα ο παππούς της έχει στρέμματα αμέτρητα.
Μέχρι πρότινως την γλυκοκοίταζα. Την προίκα, γιατί η Σοφία... όχι, όχι δεν είναι άσχημη, ούτε χαζή, όλα τα 'χει, τίποτα δεν της λείπει, απλά αυτό... τα 'χει όλα.
Μέχρι τα 18 της έπινε μόνο χυμούς χωρίς αλκοόλ άντε λίγο κρασάκι γιατί οίνος εφραίνει καρδία ανθρώπου, δεν είναι αυτός ο λόγος φυσικά από το μυαλό μου το 'βγαλα, αλλά θα μπορούσε.
Παρέα με ξένους δεν έκανε, σχέσεις πλατωνικές είχε, στα πιο τρελά ξενύχτια δεν έτυχε να την δούμε, σε τσακωμούς σοβαρούς δεν συμμετείχε, τα στραβοπατήματα της πρέπει να έμειναν επτασφράγηστα μυστικά, γιατί κανείς ποτέ δεν τα έμαθε, η συμπεριφορά της δεν παρέκκλινε ποτέ και πουθενά, τα μειονεκτήματά της όσα χρόνια την γνωρίζαμε παρέμειναν απαρατήρητα, ήταν αψεγάδιαστη σε όλα.
Πέρασε Νομική, Θεσσαλονίκη, γιατί ξέχασα να προσθέσω πως ήταν άριστη μαθήτρια, όπως επίσης ξέχασα να πω πως έχει άλλες δύο αδερφές αρκετά μικρότερες, άρα δικαιωματικά πήρε μεταγραφή για Αθήνα.
Τον πρώτο μισό χρόνο στην Αθήνα δεν βρισκόμασταν, διάβαζε είχε πάρει φόρα από το Λύκειο φαίνεται. Μετά σα να άρχισε δειλά-δειλά να βγαίνει, άρχισε να γελάει περισσότερο, άρχισε να ανοίγεται περισσότερο, άρχισε τις πρώτες αταξίες, άρχισαν οι πρώτες φήμες να διαδίδονται, σα να άρχισε να μου αρέσει.
Σταμάτησε να μου αρέσει.
Στη συνέχεια η Σοφία τα έφτιαξε με έναν άλλο.
Ζούσε ευτυχισμένη.
Την έβλεπα που-και-που μάθαινα τα νέα της κυρίως φευγαλέα και ακροφιγώς.
Χώρισε με τον άλλο.
Η σχολή δεν την ικανοποιούσε πλέον, άρχισε να γίνεται κυκλοθυμική, να της φταίνε όλα, πίστευε ότι χρειαζόταν μεγαλύτερες προκλήσεις, άρχιζε να πειραματίζεται γενικά και αόριστα, πίστευε ότι θα μπορούσε να έχει όλη τη ζωή μέσα στη χούφτα της, πίστευε πως οι φίλοι της ήταν παράταιροι, πίστευε πως μπορεί να με παίρνει όποτε και σε όποια κατάσταση θέλει τηλέφωνο μεθυσμένη, φτιαγμένη, μαστουρωμένη, καταθλιπτικιά, απεξαρτοποιημένη, χαρούμενη, μελαγχολική και εγώ... και εγώ τι;
Η φίλη μου η Σοφία γεννήθηκε σε μια κλασσική ελληνική κωμόπολη.
Όπως και η φίλη μου η Μαρία.
Η φίλη μου η Μαρία μπορεί να γεννήθηκε στην επαρχία, αλλά γρήγορα μετακόμισε στην πρωτεύουσα γιατί δεν της άρεσε το καθαρό οξυγόνο της φύσης και ήθελε να αναπνέει νοθευμένο αέριο από τα καλύτερα αυτοκίνητα του Λεκανοπεδίου.
Ο πατέρας της...
(δεν συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου