Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Σε μια φτηνή και απελπισμένη προσπάθεια να αποδείξω ότι είμαι ακόμα ζωντανός, καθώς ακόμα και στη Βαρκελώνη περιφέρομαι σαν είδωλο όλων αυτών που κατάφερα να μην είμαι, όλων αυτών που εξαιτίας τους κάθε βράδυ νιώθω αποτυχημένος, εμμονικός, ενοχικός, περιθωριοποιημένος και ακατανόητος, ακόμη και για τον ίδιο μου τον εαυτό ακατανόητος (βλέπετε ούτε εγώ πια δεν ξέρω ποιος είμαι, τι θέλω και άλλα τέτοια συναφή), χρησιμοποιώ λίγες λέξεις από το φτωχό μου λεξιλόγιο, που καθημερινά διαπιστώνω πόσο φτωχότερο είναι -και δεν αναφέρομαι μόνο στ' αγγλικά μου- απ' ότι μέχρι τώρα νόμιζα, και πετάω έτσι, δυο ατημέλητες, τραχιές και ίσως διόλου ελκυστικές σκέψεις που τριγυρνάνε στο μυαλό μου από τότε ήρθα εδώ.

Την τελευταία βραδιά πριν φύγω, είχαμε πέσει στο κρεβάτι μαζί -το μαζί είναι ανώφελα ανακριβές αφού το μυαλό μου ήδη ταξίδευε 2000 και πλέον χιλιόμετρα μακριά- και προσπαθούσα να κοιμηθώ, να ξεκουραστώ πιο συγκεκριμένα, αφού 2 ώρες έμεναν μέχρι την ώρα που έπρεπε να ξυπνήσω ξανά και να ετοιμαστώ για το ταξίδι. Ήμασταν ξαπλωμένοι και αγκαλιασμένοι, σε παρακολουθούσα να κοιμάσαι κι ένιωθα άσχημα που δεν σε είχα χορτάσει, ένιωθα άσχημα και γιατί να το αρνηθώ, ένοχα -νάτη πάλι η ενοχικότητα- που δεν είχα καταφέρει μέχρι τότε να συνειδητοποιήσω, να χωνέψω ότι φεύγω, δεν είχα καν μπει στη διαδικασία ή στον κόπο; συμφιλίωσης με τον επικείμενο χωρισμό μας. Την επόμενη μέρα θα κοιμόμουνα σε ένα φτηνό και βρόμικο χόστελ μακριά σου, μακριά απ' όλους όσους γνώριζα μακριά από γνώριμα πράγματα και συνηθισμένες διαδρομές. Θα πιεζόμουνα να μην κλάψω και να μην ολιγωρήσω, να μην σου δείξω 3 μέρες μετά ότι είμαι στεναχωρημένος, να σε αποκαλώ ουσιαστικά μέσα στα μάτια σου ψεύτρα, λες και δεν έκλαψα, λες και δεν ήμουν έτοιμος να κλάψω, λες και τώρα δεν κλαίω, λες και πρέπει να μην κλαίμε, λες και δεν πρέπει να παραδεχτώ πόσο μου λείπεις, είναι ανήθικο, όχι, είναι έξω από το καθεστώς αλήθειας ένα τέτοιο ενδεχόμενο, μία υποψία, και δε μιλάω τώρα για την (τελικά) εσωτερική ανθρώπινη ανάγκη να εξωραΐζεις πράγματα και καταστάσεις, επειδή βρίσκεσαι προσωρινά αλλού, αλλά για την ανάγκη του να αποδέχεσαι τον εαυτό σου ως έχει.

Έστω κι αν όλα αυτά είναι κατασκευάσματα της μελαγχολίας και της μοναξιάς που παίζει μόνιμη επωδός τις τελευταίες βδομάδες, της κατάφωρης αντιπαραβολής ζωντανών, γεμάτων αλλά υποδεέστερων υπάρξεων με την σαφώς υπερέχουσα (;) μα παντελώς άδεια, σχεδόν ερημήτικη δική μου. Δεν αλλάζει κάτι, αφού το νιώθω τώρα, τώρα θα το πω, δεν θα περιμένω να δω πως θα εξελιχθεί για να έρθω τότε ως όψιμος παρατηρητής, εκ του ασφαλούς, όχι προτιμώ να κυλήσω στην καθημερινότητα, να βουτήξω μέσα στον πυρήνα της μελαγχολίας, ακόμα κι αυτού, του τελευταίου και πιο απατηλού συναισθήματος παρά να τοποθετηθώ ύστερα, έπειτα, όταν πια θα έχω να κάνω με ένα όψιμο συναίσθημα και όχι με ένα συναίσθημα ρευστό και ασχημάτιστο που με καίει και δεν ξέρω τι να κάνω μαζί του.

Παρόλο αυτά ποτέ δε με ωφέλησε να πιέζομαι και να αυτοκαταστρέφομαι, μανιωδώς να υποχωρώ, να μην χωρώ, να νιώθω πως δεν χωρώ μέσα στον ίδιο μου τον εαυτό· από τη μία να αποδέχομαι τα πάθη μου, να χειραφετούμαι, να νιώθω επιτέλους και όχι υποκριτικά να το κρύβω πίσω από ηθικά χριστιανικά φληναφήματα ότι η ηδονή όχι μόνο δεν είναι κακό πράγμα αλλά αντίθετα ίσως είναι ο μόνος μπούσουλας που έχουμε για το τι είναι καλό, το μόνο μέτρο ηθικής και ευτυχίας και από την άλλη να σωριάζομαι κάτω από τη διόγκωση των μειονεκτημάτων μου, την υπερτίμηση αυτών σωστότερα, καθημερινά, μέρα με την ημέρα, να υποτιμώ εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου, να τον εξευτελίζω για όλα αυτά που δεν κατάφερα να είμαι ή να έχω, και να λησμονώ όλα αυτά που έχω γίνει, όλα αυτά που έχω κάνει, όλα αυτά που (κατάφερα να) είμαι· άλλοτε νιώθω πάλι ότι όλο (ή μόνο;) να μιλάω θέλω και τελικά τίποτα δε λέω, έχω σταματήσει και να γράφω, γράφω μετά από μήνες μάλιστα, τόσο καιρό προσπαθώντας να γράψω για πράγματα που σημείωνα πώς πρέπει να γράψω, δεν έγραφα γι' αυτά που ήθελα ή τουλάχιστον γι' αυτά που ήθελα περισσότερο, ετεροϋποχρεώνομαι, έτσι έχω μάθει, λες και την έμπνευση μαζί την μοιραζόμαστε, λες και δεν γράφω για μένα αλλά για ειδησεογραφικό σάιτ.

Κι αν στο κάτω-κάτω με εγκληματική χρονική υστέρηση, καταπιαστώ πολύ αργότερα με θέματα, κυρίως πολιτικά, που έχω αμελήσει, που έπρεπε προ πολλού να έχω γράψει, ας γίνει έτσι, αφού 

δεν πρόλαβα να γράψω για το πως περνάω εδώ! Και ούτε τώρα θα το κάνω απ' ότι φαίνεται. Ρετάλια μνήμες, μνείμαι λίγος και λιπαρή η μελαγχολία μου, αυτή, αυτή η κατασκευή που φταίει για πολλά, και ευθύνεται για άλλα τόσα ωραία. Μου φαίνεται πως σιγά-σιγά σε ξεχνώ, δε θυμάμαι το όνομα σου (όπως τότε θυμάσαι;), ούτε το πρόσωπό σου, ούτε το σώμα σου, παρά μόνο, όπως σε κείνα τα όνειρα που πασχίζεις και πασχίζεις να τα κυβερνήσεις, να τους επιβληθείς, να επιτάξεις το υποσυνείδητό σου που τα γράφει, να κατορθώσεις τουλάχιστον να περάσει η δική σου ιστορία κόντρα στη ροή (αν και έτσι ίσως να μην έχει πλάκα), και τελικά να ξυπνάς χωρίς να καταφέρεις τίποτα (και ίσως είναι καλό αυτό), μα σίγουρα το κακό είναι πως δεν θυμάσαι πρόσωπο ή πρόσωπα και αν θυμάσαι, αυτό συνέβη επειδή το περίγραμμα, η θολούρα ή τα περιρρέοντα χαραχτηριστικά σε οδήγησαν να σκεφτείς (;) το συγκεκριμένο πρόσωπο, ε τέλος πάντων, νομίζω ότι κάπως έτσι σε θυμάμαι, θυμάμαι στο περίπου το περίγραμμά σου, τη θολούρα σου, τα περιρρέοντα χαραχτηριστικά που αποτελείσαι, την πλάτη σου, τη γυμνή σου πλάτη, αυτή η πλάτη...

(I want her back.)*




*τι φτηνός αυτοσαρκασμός; Βρομάει αμερικανιά και ούτε καν πρωτότυπη αμερικανιά. Ασπρόμαυρη απομίμηση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  © Free Blogger Templates Autumn Leaves by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP  

Site Meter