Νο
Στη πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Ζώη, το Interruption, διαβάζουμε μεγαλεπήβολα πράγματα, λόγου χάρη ότι σε αυτή τη ταινία, μυθοπλασία και πραγματικότητα, αλήθεια και ψέμα, λογική και παράλογο ταυτίζονται και επίσης διαβάζουμε για διαστολές και αμφισημίες και περαιτέρω φιλοδοξίες, πως η ζωή μιμείται τη τέχνη κι όχι το αντίστροφο. Λοιπόν, η ταινία του Ζώη περιγράφει μια ιστορία βασισμένη σε αληθινά περιστατικά, όπου πιο συγκεκριμένα στις 23 Οκτώβρη του 2002, πενήντα οπλισμένοι Τσετσένοι εισβάλλουν σε κεντρικό θέατρο της Μόσχας, χωρίς οι θεατές να γνωρίζουν αν όλο αυτό είναι μέρος της παράστασης ή όχι. Στην ταινία του Ζώη πιο συγκεκριμένα, όπου η ζωή μιμείται τη τέχνη κι όχι το αντίστροφο, μια ομάδα αγοριών και κοριτσιών, με όπλα στα χέρια, ανεβαίνουν στη σκηνή, ζητάνε συγνώμη για τη διακοπή και προσκαλούν όσους θεατές επιθυμούν να ανέβουν στη σκηνή μαζί τους. Μία νέα παράσταση μέσα στην αρχική παράσταση. Μέσα στη ταινία. Ο Ζώης παράγει τέχνη που μιμείται τη ζωή που μιμείται τη τέχνη. Ή κάπως έτσι.
Κι αν ο Ζώης το αφήνει τελικά κάπως να αιωρείται, το No του Λαραΐν παίρνει θέση ξεκάθαρη· η τέχνη μιμείται τη ζωή. Και για να το αποδείξει, θα επιστρατεύσει την ευτελέστερη μορφή τέχνης (ή μήπως ψευδαίσθησης;), τη διαφήμιση. Για να μιλήσει για το 1989, τη Χιλή, τον Πινοσέτ, τη χούντα, το δημοψήφισμα, τη τηλεοπτική καμπάνια του όχι και τον δημιουργό της. Τον Ρενέ, έναν νεαρό διαφημιστή που αρχικά κερδίζει την οργή αγωνιστών και λοιπών διωγμένων του χουντικού καθεστώτος κι έπειτα με τη βοήθεια ουράνιων τόξων, εύπεπτων σποτ και ρυθμικών τζινγκλς, ένα χαμένο δημοψήφισμα. Μα άμα κερδήθηκε ας πούμε το δημοψήφισμα με αυτό τον μακιαβελικό τρόπο, τότε τι, είναι καλό αυτό; Να κερδίσεις τον αγώνα χρησιμοποιώντας σποτάκια και τζινγκλάκια; Να ρίχνεις τον Πινοσέτ όχι με πολυτεχνεία και ψωμί-παιδεία-ελευθερία, αλλά με διαφημιστικά που θυμίζουν κόκα-κόλα; Με "Χιλή, η ευτυχία έρχεται"; Δεν ευτελίζεται έτσι το ιδανικό; Ο λόγος ύπαρξής του; Και στην τελική η ουσία του; Και άντε έρχεται το όχι και μαζί και η αλλαγή. Πώς θα είναι αυτή η αλλαγή βασισμένη σε ουράνια τόξα; Και τι στην ευχή είναι μια βελούδινη μετάβαση απ' ένα δικτατορικό καθεστώς σ' ένα χαρωπό συνονθύλευμα χωρίς ξεκάθαρη πολιτική και με παντιέρα τη γενική αμνηστία; Ποια η διαφορά τους; Μονάχα η κουστουμαρισμένη εκδοχή του αντικαταστάτη;
Η αριστερά και ό,τι ιδανικό αυτή υπερασπίζεται συλλογικά -κι όχι μεμονωμένα, ακόμα και ένας δεξιός μπορεί να είναι άνθρωπος εξάλλου- πάσχει από έναν αρτηριοσκληρωτισμό. Όχι μόνο σε επίπεδο οράματος, αλλά και σ' επίπεδο πρακτικής. Η αμερικάνικη εφαρμοσμένη πολιτική λέει "ας το κάνουμε". Η εφαρμοσμένη αριστερή περιορίζεται στο "πρέπει να γίνει αυτό" ή στο "θα γίνει το άλλο". Και εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ελλειμματική. Αφενός απορρίπτει μια μανατζερίστικη λογική, απλών και πρακτικών βημάτων προκειμένου να λυθεί κάτι, γιατί έτσι νοθεύεται το νόημα και ο συμβολισμός και η εξιδανίκευση και ποιος λερώνει τα χέρια του τώρα με τα σκατά της μολυσμένης πραγματικότητας, ποιος τώρα χάνει τον μεγαλοϊδεατισμό που τον έχει κρατήσει όρθιο και πολεμιστή, ίδιο ελ σιντ τόσα χρόνια τώρα, αλλάζει κανείς ιδεολόγος τόσο εύκολα;, λες σ' έναν πιστό χριστιανό να βάλει νερό στην πίστη του;, να λιγοφιλήσει το δαχτυλάκι του διαβόλου για να κερδίσει τον παράδεισο;, όχι, γιατί ο διάολος κρύβεται στις λεπτομέρειες, στα μικρά βήματα επίλυσης, στις προτάσεις συμβιβασμού, στην αποτυχία, στην κατάθλιψη, στο πέσιμο, στο ξαναπέσιμο, μέχρι τον τελικό και γενικό ξεσηκωμό· και αφετέρου (ναι κάπου είχε προηγηθεί κι ένα αφενός, αλλά βούτηξα και βούτηξα και κόντεψα να πνιγώ και να το ξεχάσω) μια μαρκετίστικη λογική του τύπου ελάτε να προβάλουμε το προϊόν μας, τις κινήσεις μας, έστω το μεγαλοϊδεατισμό μας, αλλά όχι, ο αγώνας μας δεν χρειάζεται εξωραϊσμό, προβολή, έχει το δίκιο με το μέρος του, χρειάζεται μόνο τσιτάτα και αφίσες με κατεβατά, το ιδανικό αλλιώς νοθεύεται.
Και είναι αυτή η λογική που με βρίσκει κατάβαθα αντίθετο. Όχι τόσο στην αφετηρία της, αλλά στο συμπέρασμα και στη προοπτική της. Η απέχουσα αριστερά διατείνεται πως έχει μία ιδεολογία γνήσια και αμόλυντη, παστρικιά και χρηστοήθης. Ανεξοικείωτη με τη μαζική, διαφημιστική γλώσσα νιώθει ηθικά πλεονάζουσα και πράγματι είναι, αφού δεν έχει αναμιχθεί ποτέ με ένα εργαλείο που συνήθως γενικεύει, λαϊκίζει, παραπλανεί. Το μάρκετινγκ δεν είναι όμως σαν την εξουσία, δεν είναι σαν τη πρέζα. Μετά την κατοχή των τελευταίων, πράγματι δεν είσαι ο ίδιος που ήσουν πριν την κατοχή τους. Το μάρκετινγκ από την κατασκευή του είναι καλλωπιστικό και ως εκ τούτου παραπειστικό. Όχι πάντα όμως. Όπως στην περίπτωση του Occupy για παράδειγμα. O Λαραΐν έκανε αυτό. Δεν προσποιείται ότι η διαφήμιση μιμείται τη τέχνη, ούτε τα τζινγκλάκια κάποιο ανώτερο μήνυμα. Η διαφήμιση, όπως και η ταινία του είναι απλώς αυτό που είναι. Ένα εργαλείο. Που αν το χρησιμοποιήσεις σαν Χιλιανός κι όχι σαν Χιλιαστής, τότε μπορεί να μην φτάσεις στον Παράδεισο, αλλά μπορεί και να νικήσεις τούτη τη φορά, μπορεί και να πετύχεις έναν μικρό, βραχυπρόθεσμο στόχο. Κι όποιος αγωνιστής είναι τόσο κουλ και υπεράνω για να μην επιδιώκει έναν τέτοιο βραχυπρόθεσμο στόχο, είναι κουλ και υπεράνω σύμφωνοι, αλλά δεν είναι αγωνιστής.
Ναι
Αν ο Λαραΐν έβαλε τη τέχνη του να μιμηθεί τη ζωή, ο Τσίπρας όχι μόνο μιμήθηκε την πρόσφατη χιλιανή ιστορία, αλλά την ξεπατίκωσε ξετσίπωτα. Πρώτα με το σύνθημα "Η ελπίδα έρχεται" (Chile, la alegría ya viene) κι έπειτα με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου, όπου όπως και η αντιπολίτευση της Χιλής, έτσι και η κυβέρνησή του υποστήριξε το όχι. Και σα να μην έφτανε αυτό, λίγο αργότερα, μισό μήνα μόλις πριν δηλαδή, η διάσπαση της αριστερής πλατφόρμας, του γύρισε μπούμερανγκ τις χιλιανές αναφορές και το νέο κόμμα ονομάστηκε Λαϊκή Ενότητα, όπως η Unidad Popular του Αλιέντε! Βέβαια σε αντίθεση με το χιλιανό όχι που δεν μιμήθηκε το ναι, με αποτέλεσμα την πτώση του Πινοσέτ, το ελληνικό όχι μιμήθηκε το ναι ή τελοσπάντων ο Τσίπρας καμώθηκε πως το εξέλαβε ως τέτοιο και η ζωή σε αυτή τη περίπτωση και σε αντίθεση με τον Ζώη, δεν μιμήθηκε καθόλου ούτε τη τέχνη, ούτε τη ζωή. Ή μάλλον όχι, μιμήθηκε και με το παραπάνω την τέχνη, όχι όμως τη χιλιανή τέχνη, αλλά την αμερικάνικη που με τη σειρά της μιμήθηκε τη ζωή.
Άλλα όσο φταίει το μάρκετινγκ γι' αυτή την μετάλλαξη, τόσο φταίνε και οι χριστιανοί για το κάψιμο της Ρώμης. Ο Τσίπρας άνοιξε την πόρτα στη δημοκρατία, δηλαδή στην άμεση δημοκρατία και έπειτα την έκλεισε επειδή το αποτέλεσμα τον υπερέβη. Όποιος ζει σε αυτή την κοινωνία και έχει λερώσει τα χέρια του με την πραγματικότητα καταλαβαίνει. Δεν φταίει ούτε η διαφήμιση ούτε η τίνα. Η διαφήμιση έφερε την εκλογή, για την δυστυχία που ερχόταν ευθύνεται ο Τσίπρας. Ούτε ο Ρενέ ούτε αυτός που τον μιμήθηκε.
Παραμονή του ταξιδιού μου για Γαλλία, 26 Ιουνίου, Παρασκευή μεσάνυχτα, βασικά 27 ήταν Σάββατο, ανακοίνωσε ο Τσίπρας το δημοψήφισμα. Την ίδια μέρα έφευγα. Θα επέστρεφα μετά από δυο βδομάδες, μετά το δημοψήφισμα. Θα παρακολουθούσα τις εξελίξεις αμέτοχος από το εξωτερικό. Στο καράβι για Ιταλία, όλες οι οθόνες έπαιζαν σκάι. Και ενίοτε μέγκα. Μου 'ρχοταν ναυτία και δεν έφταιγε το ταρακούνημα. Δεν είμαι δραμαμινικός. Απλά η προπαγάνδα ήταν τόσο χυδαία που μου 'ρχοταν να ξεράσω. Από κει και πέρα μάθαινα νέα, έμπαινα όποτε έβρισκα γουάι φάι και ενημερωνόμουν, αλλά πιο πολύ ενημερωνόμουν απ' τα γαλλικά μέσα στο πόδι. Στεναχωριόμουν, μάθαινα ότι το ναι θα νικήσει. Ο φόβος θέριευε, τα κάπιταλ κοντρολς ήταν προ των πυλών. Μίλαγα απεγνωσμένος με φίλους μου πίσω στην Ελλάδα για να πιάσω Αθήνα, για να πιάσω έστω και μία πιθανότητα, μια ελπίδα ότι θα βγει όχι. Άλλαξα τρεις χώρες και το δημοψήφισμα ήταν και στις τρεις πρώτο θέμα. Όπως και παντού. Ήθελα να γυρίσω πίσω να ψηφίσω, ποιος ξέρει μία ψήφο από 'δω, μία από κει, μπορεί να άλλαζαν το διαφαινόμενο ναι. Δεν είχα λεφτά όμως μέσα στην κάρτα για να κλείσω εισιτήρια και επιπλέον δεν θα μπορούσα μιας και είχε επιβληθεί περιορισμός. Συζήταγα με ξένους όπου στεκόμουν, άνοιγα κουβέντες αναφανδόν, έκανα αυθόρμητες γνωριμίες και κράτησα απροσδόκητες επαφές χάρις τα δημοψηφιστικά διαμειφθέντα. Ήταν η πιο εύκολη αφορμή να μιλήσεις με κάποιον.
Στη Βαρκελώνη πέτυχα εκδήλωση υπέρ του όχι. Στην πλατεία Γιάουμε άκουγες συνθήματα και ελληνικά επαναστατικά στα μεγάφωνα, αντίκρυζες ρεσώ, πανό και πολύ κόσμο, έπιανες τη νίκη στην ατμόσφαιρα. Πιστέψαμε στο όχι. Το πανηγυρίσαμε την επόμενη στις 6 ώρα Καταλονίας σε ένα εστιατόριο δίπλα απ' τη Λα Ράμπλας. Κι έπειτα με ποτά, σε ένα μπαρ κοντά στην Πλάτσα Εσπάνια. Νομίσαμε ότι κάναμε επανάσταση. Την επόμενη μέρα παντού κρεμασμένα τα πρωτοσέλιδα με τη νίκη της Ελλάδας, παντού σε Βαρκελώνη, Μασσαλία, Ρώμη. Πρώτο θέμα σας λέω. Κι επιστροφή στην Ελλάδα, Θεσσαλονίκη. Πάνε για συμβιβασμό. Μαθαίνονται οι όροι. Τρίτο μνημόνιο. Στον κύριο Χου με την υπέροχη σερβιτόρα προσπαθούμε να κάνουμε πολιτική κουβέντα. Τσακωνόμαστε. Συριζαίοι απ' τη μία, εμείς από την άλλη. Η αντιμνημονιακή λογική συρρικνώνεται. Ο Τσίπρας μετατρέπεται σε Γουασίσκο. Κάνει το αντίθετο απ' αυτό που εκλέχθηκε να κάνει.
Η απογοήτευση κείνη τη μέρα, εκείνες τις ημέρες, όπου διαγραφόταν το πράγμα, είναι ίσως η μεγαλύτερη ταφόπλακα στη πολιτική μου ζωή ως ώρας. Ένας λαός που πέντε χρόνια προσπαθεί να το ψάξει, να συζητήσει, να κουβεντιάσει, να επιχειρηματολογήσει δημόσια για τα ναι και τα όχι του, για τα μνημονιακά και τα αντιμνημονιακά του, συνειδητοποιεί ξαφνικά πως η μόνη επιλογή του είναι η υποταγή και η κωλοτούμπα. Άμα η ζωή μιμείται τη τέχνη στη πρόκληση, στη καταξίωση και στον δρόμο προς τη κάλπη, προς τη καπηλεία, η τέχνη θα προσπαθεί να μιμηθεί, αλλά δεν θα φτάνει ούτε το ένα δαχτυλάκι της ζωής όσον αφορά την απογοήτευση. Γιατί η ζωή δεν είναι η μικρή οθόνη, ο Λαραΐν δεν είναι ο Τσίπρας και το ναι δεν είναι όχι.
υ.γ. Όποιος βλέπει ακόμα τηλεόραση, το 'χει σήμερα στην ερτ1, στις 00:30
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου