Κανονικά δεν θα έπρεπε να παραθέτω σκόρπιες σκέψεις τούτη τη στιγμή, ο καιρός πια δεν είναι για λέξεις ανάλαφρες, για να περνά η ώρα. Είδα τον Χαραλαμπίδη σήμερα για ακόμα μια φορά στο δρόμο. Ψηλός, αγέρωχος, αρχοντικός. Χομπίστας. Δεν ξέρω γιατί τον έχω μισήσει τόσο έντονα, εγώ πρώτος εναντιώνομαι στις ταμπέλες. Ίσως να είναι τελικά ψευδαίσθηση, ίσως τελικά η πολιτική θέση κάποιου να είναι μόνο μία από τις πολλές πτυχές της προσωπικότητάς του και όχι η μία και μοναδική πάνω στην οποία ερείδονται τα πάντα. Μία λάθος πολιτική στάση ίσως να είναι σαν ένα κακό χόμπι ή ένα κουσούρι ή τέλος πάντων κάτι τέτοιο δεν ξέρω ίσως ακόμα προσπαθώ ανεπιτυχώς να τον δικαιολογήσω για την ασυγχώρητη προδοσία του. Αλλά και πάλι χίλιες φορές ρομαντικοί δεξιοί που ξέρουν να αγαπάνε, παρά μισαλλόδοξοι αριστεροί που μόνο με μίσος ξέρουν να ξεσπάνε. Πάμε στο σκότος τώρα. Τώρα που μας ενοχλούν, τώρα που κλείνουν τους δρόμους με τις πορείες τους, τώρα αρχίζουν να μας τρομάζουν. Φρικιαστικά σωματότυπα, βλέμματα γεμάτα μίσος, αλλά και κανονικές φάτσες. Αυτό με πλήγωσε πιο πολύ. Κοπελίτσες, κοπελίτσες που ίσως και να φλέρταρα στο δρόμο. Κάτι δεν πάει καλά. Ο Ράσσελ έλεγε ότι η ηθική καλλιτερεύει μόνο με την παιδεία. Θαρρώ όμως πως δεν φταίει μόνο το έλλειμμα παιδείας. Φταίει και κάτι άλλο, που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγει. Κάτι που δεν μπορώ ούτε καν να το ποιοτικοποιήσω πόσο μάλλον να το ποσοτικοποιήσω. Κάτι σκοτεινό, κάτι μιασματικό ρυπαίνει τη ψυχή μας, το ανθρώπινο είδος είμαστε εναγές είδος, κάτι μας κατατρέχει και δεν μπορούμε να του ξεφύγουμε. Πίσω πάλι στο φως. Μου 'λειψαν πολύ τα λεωφορεία την περίοδο τη απεργίας. Δεν ξέρω τι θα κάνω χωρίς αυτά. Στο λεωφορείο λοιπόν σήμερα ένας γεράκος 80 χρόνων είχε πιάσει κουβέντα με 2 κοπέλες από τη Σρι Λάνκα. Τους έλεγε να φύγουν. Όχι γιατί είναι βρομιάριδες ή τίποτα τέτοια χρησαβγίτικα τσιτάτα αλλά επειδή εδώ έχει φτώχεια. "Να πάτε Νέα Υόρκη, μην κάθεστε εδώ. Εδώ πείνα, εκεί φαί. Εδώ εγώ είμαι 80 χρόνων και σκέφτομαι να φύγω, να πάω στην Αυστραλία στην αδερφή μου". Δεν ξέρω αν τα 'λεγε στα αλήθεια, το θέμα είναι ότι τις κοίταζε με τόση καλοσύνη, που ακόμα και αν τα λεγόμενα του ήταν μωρίες ενός υπερήλικου που έχει από καιρό ξεκουτιάνει, τις αντιμετώπιζε με στοργή, σαν ίσος προς ίσο, και αυτό έχει σημασία, ποιος, ο παπούς που δεν έχει ταξιδέψει έξω από την Αθήνα και οι μετανάστες που βλέπει στα μέσα είναι η μοναδική επαφή του με το έξω. Δεν ήξερε γράμματα, τα έλεγε πολύ απλά, αγνοούσε μέχρι και την ύπαρξη της Σρι Λάνκα: ήταν ένας απλός λαϊκός Έλληνας. Άραγε λοιπόν παίζει τόσο μεγάλη σημασία η παιδεία του Ράσσελ; Οι Γερμανοί είναι από τους πιο μορφωμένους λαούς διαχρονικά κι όμως στα τυφλά υπακούσανε τον Χίτλερ. Και στον αντίποδα να και κάποιος αμόρφωτος που δεν τσιμπάει από το ρεύμα της εποχής, δε διακατέχεται από ξενοφοβία. Θα μου πείτε ότι προσπαθώ με εξισώσεις εξαιρέσεων και γενικεύσεων να φτιάξω γερές αναλύσεις. Θα μου πείτε ότι αυτό δε γίνεται. Και θα έχετε δίκιο. Μα τι είναι αυτό που διαχωρίζει τους ανθρώπους τελικά σε καλούς και κακούς; Τι είναι αυτό που κάνει μερικούς να σκύβουν μέσα τους και να βρίσκουν λίγη αγάπη άνευ προϋποθέσεων και καιρικών συνθηκών και άλλους έπειτα από γεωτρήσεις ολόκληρες να βρίσκουν μόνο μένος;
Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου