Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

κάτι σε μουντιάλ

Μία από τις πρώτες αναμνήσεις-φωτογραφίες που κρέμονται απ' τα μανταλάκια μες στον σκοτεινό θαλαμίσκο εμφάνισης της μνήμης μου ακόμα νωπές και ιριδίζουσες -αναμνήσεις που αφορούν τόσο τον κόσμο εν γένει όσο και τον ποδοσφαιρικό κόσμο ειδικότερα, το τόσο συγκινησιακό αυτό κομμάτι της ζωής μου που το ομολογώ ακόμα δονούμαι περιστασιακά για χάρη του, ναι, δεν το αντιπαρέρχομαι ολότελα κι ας δείχνω αδιάφορος κι αμερόληπτος όταν το παρακολουθώ- με βρίσκουν εμένα στα εφτά μου, τον δε Μάικλ Όουεν στα δεκαεφτά του (τότε έμοιαζε γέρος στα μάτια μου, που να 'ξερα ο απερπάτητος τότε τι σημαίνει να 'σαι δεκαεφτά και διάσημος)· όντας εξαίρεση ή κανόνας ο Μάικλ των παιδικών μου ονείρων ήταν παιδί και καθοδηγητής, ποδοσφαιριστής και ήρωας, ανώριμος μα αγέχωρος, αμούστακος αλλά όμορφος, άπειρος και γκολτζής, αστέρι ανατέλλον, underdog παλιάς κοπής, πρότυπο παιδικό, στόρι χολιγουντιανό. Πληρούσε με λίγα λόγια όλες τις προδιαγραφές της Μάιλι Σάιρους μα χωρίς την αλλοτρίωση του συστήματος εκμετάλλευσης. Και είναι ακόμα εκεί. Ακόμα τον έχω στο μυαλό μου σαν παιδάκι κι ας πέρασαν 16 χρόνια από τότε κι ας είμαι εγώ 23 κι αυτός 33, κι ας είναι βετεράνος, στο μυαλό μου θα είναι πάντα ένας 17χρονος που δεν είχε τελειώσει μήτε το σχολείο, μόλις έφηβος, ωκύπους, που πάντα θα ξεχύνεται, πάντα θα ελίσσεται και θα ντριμπλάρει όποιον βρει μπροστά του, για πάντα, σαν τον σίσυφο θα αναγκάζεται στο μυαλό μου σαν σίφουνας να τρέχει -αυτή ειν' η καταραμένη μοίρα των εφηβικών προτύπων, δεν μεγαλώνουν ποτέ και κάνουν μόνο ένα πράγμα- να ντριμπλάρει, να δρασκελίζει τα τάκλιν των αντιπάλων, να αποφεύγει και να ξεπερνά την καταδιωκτική τους μανία, να στέλνει για πάντα την μπάλα στο γάμα του Κάρλος Ρόα. Κι έπειτα θα ακολουθεί πάντα το επιπόλαιο και ύπουλο τακουνάκι του Μπέκαμ που έστειλε αυτόν στα αποδυτήρια, την Αγγλία πίσω να διασχίζει την Μάγχη για να γυρίσει σπίτι της και την Αργεντινή στην επόμενη φάση να επιχαίρεται τον αποκλεισμό της μισητής αντιπάλου και να παίρνει κατά κάποιο τρόπο πίσω το αίμα της για την απώλεια των νήσων Θάτσερ, 16 χρόνια πριν. Ο εθνικισμός ήταν πάντα το καύσιμο των μουντιάλ βλέπετε. Τα υπόλοιπα περνάνε σε δεύτερη μοίρα. Το θαύμα της Κροατίας και η τρίτη θέση, ο εξαίσιος Μπέργκαμ και ο συμφυρμός με τον Μπέκαμ, η δεύτερη θέση για το Φαινόμενο που από κάποιο πεισιθανάτιο βουντού βρέθηκε στην ενδεκάδα της Βραζιλίας στον τελικό την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, να σέρνεται και να λιγοψυχάει, ενώ παραδίπλα ο Ζινεντίν Ζιντάν λούστραρε με τρικολόρ το δικό του αστέρι, το δικό του κύπελλο· ο μύθος του θα πέρναγε στην αιωνιότητα. Και δίκαια. Θυμάμαι παίρναμε μετά τον ξαδερφό μου στη Νίκαια να τον συγχαρούμε για την επιτυχία.

Τέσσερα χρόνια μετά ήμουνα τέλη δημοτικού. Το ποδόσφαιρο ήταν η ζωή μου. Έπαιζα, έβλεπα, ξεψυχούσα. Έκοβα αποκόμματα, κράταγα βαθμολογίες, παθιαζόμουνα, έκανα όνειρα· με φανταζόμουνα κάποια στιγμή τρανό τερματζή αντί για σκέτο μπόμπιρα. Ούτε σχολείο, ούτε ασχολίες δεν είχα, είχα ένα πρόγραμμα από μια εφημερίδα και ανάπνεα για τα ματς. Για όλα τα ματς. Άμα ήτανε εφικτό θα τα 'βλεπα όλα τα παιχνίδια. Μα η ελαττωματικότητα του χρόνου δεν μ' άφησε. Και οι γονείς μου. Που με έβλεπαν να αποβλακώνομαι και να βυθίζομαι ολοένα μες στην καλή πολυθρόνα του σαλονιού και μ' έβαζαν να κάνω δουλειές ή να διαβάζω. Που να 'ξεραν από διαθεματικότητα οι παρωχημένοι. Εγώ έμαθα γεωγραφία εκεί. Μέσα σε 90 λεπτά. Δωρεάν και ελεύθερα. Αναλογικά. Είναι εκπληκτικό πως ο κόσμος από στρογγυλός παραμορφώνεται σε ορθογώνιο κατά τη διαρκεια του ματς. Μέσα σε τέσσερις γραμμές. Ταξίδεψα στα τυφλά, ψαχούλεψα τον χάρτη, έμαθα για πολιτισμούς. Αγάπησα χώρες που δεν ήξερα. Γκουγκλ δεν υπήρχε τότε, ούτε βικιπαίδεια. Ρουφούσα γνώση από τους σχολιαστές. Τα σχόλια τους τα κακά, τα πρόχειρα, τα ενδιαφέροντα, τα εκλαϊκευμένα, ήταν η πιο εύλυπτη πρωτογενής πηγή που είχα. Με Τσώχο, Θεοφιλόπουλο και Βερνίκο μεγάλωσα. Έτσι, ανορθόδοξα και αντιδραστικά βερνίκωσα το πάθος μου για την μπάλα. Αποχή από τα μπάνια, εκδρομές στα Βαλημίτικα, ματσάκια μεταξύ μας στο δέκατο δημοτικό, τσακωμοί επί χάρτου έπειτα για τις εθνικές ομάδες που υποστήριζε ο καθένας: Γαλλία ήμασταν 3, όλοι οι υπόλοιποι ήταν με το μέρος της Βραζιλίας. Η αρχή της πλειοψηφίας με έκανε να την μισήσω και ακόμα δεν το έχω ξεπεράσει. Ρονάλντο (ο καλός), Καφού, Ζιλμπέρτο, Ροναλντίνιο και το ονειρώδες γκολ έναντι του Σίμαν και φυσικά Ριβάλντο. Που τότε έχθιστος ήτανε μα μόλις μετεγράφη στον Ολυμπιακό 2 χρόνια αργότερα, αποχρωματίστηκε. Αφού ερυθρολευκοχρωματίστηκε τον συμπάθησα, με άλλα λόγια. Τέτοια αντικειμενικότητα. Στην γιορτή μου (δηλαδή 12 χρόνια παρά 2 μέρες, βρε πως περνάει ο καιρός) είχαμε τραπέζι προς τιμή μου(;). Μεταξύ της πατζαροσαλάτας, των παϊδακιών από φρέσκια γαλοπούλα, των τηγανητών πατατών και των λοιπών εδεσμάτων, εμείς στο τραπέζι των μικρών παρακολουθούσαμε το γρηγορότερο γκόλ στην ιστορία των μουντιάλ από έναν τότε συλλογικό εχθρό, τον Σουκούρ. Τούρκος γαρ. 10 χρόνια μετά θα βαφτιζότανε ερήμην φίλος. Ρε πως αλλάζει ο άνθρωπος.

Άλλαξα όχι μόνο 4 χρονιές αλλά και πόσα σχολεία. Από δημοτικό, το 2006 με βρήκε στο λύκειο. Ρε κάτι θαύματα. Και μιας και μιλάμε για θαύματα, η εθνική Ελλάδος μετά το θαύμα του 2004, απέτυχε να προκριθεί στο μουντιάλ της Γερμανίας. Δεν κόπασε το ενδιαφέρον μου να είστε σίγοροι. Πιστός ήμουν στο ραντεβού με την τηλεόραση και το βαθούλωμα της λοξής πολυθρόνας. 5 ώρες στην τηλεόραση άραζα, θα 'θελα να 'ξερα που έβρισκα χρόνο να διαβάσω. Γιατί είχα πάει καλά στις καλοκαιρινές εξετάσεις της πρώτης λυκείου. Ένας μήνας εξετάσεων, ένας μήνας μπάλα. Στην τηλεόραση και μετά στα βιβλία. Της ειχα βγάλει την πίστη της μάνας μου· η μακρόθυμη ακόμη με διάβαζε. Τελείωσαν και οι εξετάσεις και μετά η εναλλαγή ήταν ποικλίζουσα έλεγε μπάλα και μετά πάλι μπάλα. Πρώτα στην τηλεόραση και έπειτα στην αλάνα. Χωριζόμασταν στα τυφλά και προσπαθούσαμε να μοιραστούμε κι εμείς λίγη απ' τη δόξα των εκ της οθόνης προβαλλόμενων σταρς. Ασκήσεις με τις αισθήσεις. Στα αυτιά μας πλήθη μας απωθεώναν για κάθε γκολ, για κάθε ασιστ, για κάθε φαντεζί ενέργεια. Φόραγα το 9 του Χαριστέα και έπαιζα επίθεση. Κανονικά με τέτοια φανέλα δεν έπρεπε να με βάζουν μέσα, αλλά ο λεγάμενος δεν είχε περάσει ακόμα στην ανυποληψία. Στο μεταξύ ο Ζιντάν που πριν 2 χρόνια έβλεπε τον Ζαγοράκη να σεντράρει και τον Χαριστέα να τον αποκλείει, στην τελευταία του διοργάνωση, στα τελευταία του κυριολεκτικά ποδοσφιαρικά λεπτά, στα μετρημένα, πήρε τη Γαλλία απ' το χεράκι και την οδήγησε μέχρι τον τελικό. Αυτή τη φορά όμως το κεφάλι του δεν χάρισε το κύπελλο στους τρικολόρ, αλλά το στέρησε. Την επόμενη μέρα σθεναρά τον υπερασπιζόμουνα ωσάν να ήμουν η προσβληθήσα αδερφή του. Ήμασταν στα Γερμανικά θυμάμαι την επόμενη το πρωί -καλοκαιρινή προετοιμασία για το Β2- φέισμπουκ δεν είχε κανείς ακόμη, οπότε αντί να κάνουμε λάικ σε γκόμενες, στάτους και εύπεπτες δημοσιεύσεις, εμείς είχαμε είχαμε χωριστεί σε συμπαθούντες και αντιπαθούντες. Του Ζιντάν.

Πόσα συνέβησαν μέχρι το 2010! Αν το γερμανικό με μεταμόρφωσε από μαθητή δημοτικού που μίλαγε αποκλειστικά για μπάλα, σε κάποιον που ξεκίνησε δειλά και πρόωρα να ξυρίζεται, τι να πούμε για όσα μεσολάβησαν μέχρι τον Ιούνη του δεύτερού μου φοιτητικού έτους. Εγώ ερωτευμένος, χαμένος, προδεμένος. Όλα σφοδρώς. Με το αφρικανικό μουντιάλ απ' ότι εύκολα εξάγεται ασχολήθηκα αμυδρώς. Έως καθόλου. Στην Κινέττα και στου Ζωγράφου, στην πλατεία Αγίου Θωμά προσπάθησα να αντικαταστήσω το σβησμένο πάθος μου για την μπάλα, με ένα άλλο άσβεστο, άσωστο και ιμεροπαγές. Κάνοντας μπάνιο το μαγιό σου ονειρεύτηκα, πηγαίνοντας να πληρώσω την δεή στον οπαπ, το χέρι σου για πρώτη φορά -και στερνή- κράτησα, σε όλες τις οθόνες προβαλλότανε το πρόσωπό σου. Τι αηδία! Παντού στο μπακγράουντ η εθνική και το μουντιάλ. Ξεκάθαρα. Σε είχα ερωτευτεί. Δεν μου καιγόταν καρφάκι τι θα 'παιζε από πίσω στη διαπασών freedom ή μονότονη περιγραφή του χείριστου σπίκερ. Τα σχόλιά τους ήταν πια άνευ περιεχομένου. Άνοστα. Προβλέψιμα. Αδιάφορα. Εγώ οδηγίες προς ναυτιλομένους στον έρωτα έψαχνα, όχι πως πέρασε την παιδική του ηλικία ο Φορλάν. Η εξεταστική, η τηλεόραση που μόνο χιόνια έδειχνε, οι βουβουζέλες, η ολλανδή πορνοστάρ που στοματικό έρωτα σε όλους τους φαν της είχε υποσχεθεί αν οι οράνιε κατακτούσαν το τρόπαιο, το χταπόδι, το φιλί του Κασίγιας, το φιλί που δεν σου 'δωσα, το φέισμπουκ που εξαιτίας σου έσβησα, οι παγωμένες μπύρες και τα ντισαρόνο, το πάρτι της Νικολέττας -τι κάνεις εσύ ποιος ξέρει;- η συνειδητοποίηση ότι σιγά-σιγά διαμορφώνω γούστο στην μουσική, τα ξενύχτια με πολιτική ουσία, οι ουσίες, τα οινοπνεύματα, το πνεύμα που ποτέ μου δυστυχώς επιτυχημένα δεν σου πούλησα, τα ξενύχτια που ακουμπώντας το όμορφο άρωμά σου πάνω στον ώμο μου, μου αφηγιόσουν το απλό, απλούστατο νόημα της ζωής. Τον ανταποδοτικό έρωτα. Πού να βρω μια να σου μοιάζει.

Πλέον μου μοιάζει ανώφελο. Και το τραγούδι του Μαραβέγια και τα πρόσωπα που ερωτεύτηκα και η μνήμη και η λήθη και τα ενδιάμεσα δρώμενα. Έχουν γίνει τόσα πολλά άλλωστε που αν τα εξιστορήσω όλα ή περίληψη αυτών η μουντιαλική ανασκόπηση θα είναι πια τελείως προσχηματική. Άμα θέλετε να ενημερωθείτε ανατρέξτε στο τεσσάρων και πλέον χρόνων αρχείο μου. Παρόλο που δεν σας το συμβουλεύω. Ούτε εγώ το έχω κάνει στο κάτω-κάτω, παρά μόνο αν τύχει και τότε παίρνω τις προφυλάξεις μου. Η μεταμόρφωση είναι αναντίλογα καφκική. Καλή, κακή, η το ηθικό πρόσημο της απόφανσης δεν είναι δουλειά δική μου. Μεταπηδάω λοιπόν στο τώρα. Στις διαμαρτυρίες των ιθαγενών, στο αίμα που ποτίζει το γκαζόν, στην καθηλωτική δισημία της παρακολούθησης-υποστήριξης, στο ηθικό πρόταγμα που σου λύνει τα χέρια, στο ματς μες στο καψιμί και στο ψάλσιμο του εθνικού ύμνου από του καυλωμένους, στην ήττα, στην εμφάνιση, στην απογοήτευση που έγινε τελικά ενθουσιασμός, στον διαφαινόμενο αποκλεισμό που τελικά δεν ήρθε, στο ξενύχτι των πορωμένων, των ρομαντικών, στους απανταχού νοσταλγούς ρε παιδί μου, που πάνε ακόμα στρατό και εκτελούν άνευ εναντίωσης διαταγές κάποιων άλλων νοσταλγών του "χούντα που μας χρειάζεται"· στην Ρόδο, στον άλλο κόσμο, στους άλλους παράλληλους κόσμους, στον κόσμο της μπάλας, στον κόσμο της γυάλας, της νιρβάνας και της ποδοσφαιρικής εντρύφησης, στον κόσμο του στρατού και των βουτηγμένων μέχρι τα μπούνια στο λάδι μηχανής χεριών μου, στον κόσμο της ημιτουριστικής διάθεσης, του κονσομανσιόν, των μπυρών και των σουμών γνωρίζοντας την ελληνική κοινωνία, στον κόσμο της υπαρξιακής αγκύλωσης και των απογευμάτων στη μέθεξη και στα μεζεκλίκια αναζητώντας ηρεμία, έμπευση, μα και τον έρωτα, αφού άπαξ και με την μπάλα κολλημένος έπαψα να είμαι εδώ και σχεδόν 5 χρόνια, το κενό -γιατί κενό είναι- διατίθεται προς κάλυψη από αιθέριες παρουσίες που ξέρουν να πίνουν μόνο κοιτώντας σε στα μάτια, από εξαθλιωμένες ξανθόψυρες που αλυχτίζουν τη νύχτα "σκόλ", από ασβεστωμένες μα υπερβαίνοντες τον ηλιοκαμένο μέσο όρο συνεπιβάτισσες σε δρομολόγια που δεν έχουν νόημα, αλλά για να μην τα πολυλογώ, πάνω απ' όλα σε αποκομμένα μισά σαν και του λόγου σου που βάζουν κάτω όλες τις γερμανίδες πονόψυχες που σταματούν στα ωτοστόπ, όλες τις ρωσίδες απόκοσμες με τα σταυρουδάκια, όλες τις παραξηγημένες πουτάνες της Αγίου Φανουρίου, όλες τις αλλότριες σπανιόλες μουγκές που δεν γύρισαν, όλες, όλες χωρίς εξαιρέσεις, ακόμα και κείνη βάζεις κάτω, την περιστρεφόμενη σερβιτόρα, με τα στήθη τα ηλιοκαμμένα και τους ξεδιάντροπα υψηλά πιεσμένους και σηκωμένους γλουτούς. Ε ίσως εκτός μίας εξαίρεσης, εκτός της μπαντανοφορούσας πλύστρας του μαντρακίου, της αλανιάς, του εκ-κρητισμού, του θέλω να γίνω μάνα κάνε με μάνα τώρα, μα πώς να καυλώσω μάνα μου έτσι; Μες στα πλυντήρια, πάνω από τις ισιωτικές και σιδηρωτικές αυτόματες, ανάμεσα σε βρόμικα ρούχα και τσάντες με υποσημείωση το όνομά σου και την ημερομηνία παραλαβής, παραλαβής, παλαβής, οι λέξεις δεν έχουν πια νόημα, έχω παλαβώσει. Μ' έχεις λαβώσει κι ας είσαι 32 κι εγώ 23. Είμαι ερωτευμένος ρε. Τι πιο ταιριαστή εποχή! Το μουντιάλ είναι το νέο μπλακ, η νέα άνοιξη.

Αν το βρείτε το κείμενο γεμάτο απροσεξίες, ναι το παραδέχομαι, βρίθει λαθών μα και παρρησίας. Κι όποιος νιώθει αντιρρησίας, τα παράπονά του στην άπνευστη έξοδο των 6 ωρών που μου δίνει μονάχα μισή ώρα να γράψω, να διορθώσω και να επεξεργαστώ. Όχι. Μία εσύ αντιρρησίας, δέκα εγώ. Δεν διορθώνω τίποτα, δεν μοντάρω τίποτα, είμαι εξοδούχοςς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

  © Free Blogger Templates Autumn Leaves by Ourblogtemplates.com 2008

Back to TOP  

Site Meter